Τετάρτη 3 Φεβρουαρίου 2010

Σύννεφα τον ουρανό αλωνίζουν, και ο ήλιος παίζει κρυφτό,
Σαν τον μικρό Κωστή που τρέχει στις αλάνες.
Περπατώ στο δρόμο, την είδα. Είναι εκεί!
Πάντα χαμογελαστή και ξέγνοιαστη,
Φοράει τη μάσκα της.

Βάζει μουσική και κάθεται στην κουνιστή πολυθρόνα,
Που βρίσκεται στην πίσω βεράντα, την πιο μικρή.
Άλλωστε κι αυτή τώρα, στα μάτια του κόσμου φαίνεται μικρή.

Κοιτάζει τους ανθρώπους που περνούν μπροστά της
Ανθρώπους που τρέχουν..που μιλούν..που πονούν..
που γελάνε. Πόσο διαφορετικός είναι ο κόσμος από εδώ!

Αγγίζει την αιωνιότητα
Το πρόσωπο της καθρέφτης ραγισμένος
Ο πόνος και τα δάκρυα άφησαν σημάδια,
ανεξίτηλα στο πέρασμα του χρόνου.
Κοίταξε την, είναι μόνη.
Ο άνδρας της εδώ και χρόνια ταξιδεύει σε έναν κόσμο
ξένο, μα και γνώριμο για εμάς.


«Πώς να είναι εκεί ψηλά?»
Θα μάθεις κάποτε, μην βιάζεσαι..

Που και που την βλέπω καθισμένη στο παγκάκι μιας πλατείας,
Να σιγοψιθυρίζει κάποιον παλιό γνώριμο σκοπό.
Και να, άλλη μια αιωνιότητα κάθετε δίπλα της
Και της κρατά το χέρι.
Αραδιάζουν αναμνήσεις,
Αναμνήσεις ενός κόσμου που φεύγει κι έρχεται.


Και τότε γελάω..
«Δεν είσαι μόνη» της λέω, μα δεν με ακούει.
Τα λόγια μου χάνονται στον απόκοσμο ήχο της
μηχανής που μόλις πέρασε από μπροστά μου..
«Μπα σε καλό σου..» μουρμουρίζω θυμωμένα
Τα φτερά της μηχανής με σημάδεψαν..
Τώρα είμαι κι εγώ σαν κι εσένα.

Γυρνάει το κεφάλι της..
Με κοιτάζει..
Μου χαμογελάει στοργικά..
Άραγε κατάλαβε?

Κοίτα!! Βλέπεις το φώς?

Σκύβω το κεφάλι μου και συλλογιέμαι..
Θεέ μου γιατί?

Δεν υπάρχουν σχόλια: